Ιων Ευριπίδη, Μετάφραση, συνδημιουργική ανάπλαση, σύγχρονη απόδοση Δρος Κωνσταντίνου Μπούρα.
Σε μια αφέγγαρη νύχτα (φανταστείτε) σεμια σκοτεινή σπηλιά, στο «άντρον τού Πανός» απέναντι από την Ακρόπολη(στου Φιλοπάππου) μεθυσμένοι από λιβάνια,«ξίδια» και άλλα αφροδισιακά ο Ξούθος και ηΚρέουσα μυούνται στον έρωτα και περνάνεαπό την εφηβεία στην ενηλικίωση. Μόνονπου η κόρη ήτο καρπερή και ο σπόρος ανυπόμονος κι ο καρπός τού έρωτά τους ξεμύ-τισε εννέα μήνες μετά. Έτσι όπως συνηθιζόταν τότε (βλέπε τον μύθο τού Οιδίποδα)παρατάει η μικρομάννα το βρέφος με ταρουχαλάκια, τα στολίδια, τα παιχνίδια του,σε μια ωραία κούνια κοντά εκεί στον τόποόπου «συν-ελήφθη». Πέρασε νύχτα βαριά,ασήκωτη, μέσα στα αναφιλητά. Με το πουανατέλλει ο Ήλιος πάνω από τον Υμηττόπάει να πάρει πίσω το μωρό, αλλά εκείνοάφαντο, δεν είναι πια εκεί. Ποιος το έκλεψε;Τίποτα βοσκοί; Μήπως το διαμελίσανε ταθηρία; Μα τότε, πού είναι τα σπαράγματα;